Στὸν ἀγαπητὸ Κωνσταντῖνο Ἀγγελίδη, Πρωτοψάλτη, δάσκαλο τῆς Ψαλτικῆς καὶ Χοράρχη τοῦ Βυζαντινοῦ Χοροῦ «Τρόπος», γιὰ τὴ συμπλήρωση τῆς δεκαπενταετίας ἀπὸ ἱδρύσεώς του.

Χρῆστος Π. Πανάγου
Θεολόγος – Λειτουργιολόγος, Μουσικοδιδάσκαλος

Ἡ γενέθλια ἡμέρα τῆς ἀνθρωπότητας γίνεται γνωστὴ στὸν κόσμο μὲ τὴ χορωδία τῶν ἀγγέλων «ὑμνούντων καὶ δοξολογούντων, Δόξα ἐν ὑψίστοις λέγοντες τῷ σήμερον ἐν σπηλαίῳ τεχθέντι».

Ἀπὸ τὴν ἄλλη, οἱ παρόντες ποιμένες ἦσαν «ἀγραυλοῦντες», δηλαδὴ  συμμετέχοντας κι ἐκεῖνοι μὲ τοὺς αὐλούς τους (πνευστὸ ὄργανο, ὅπως καὶ ἡ φωνή) στὴ χορωδία τῶν ἀγγέλων ἀνυμνοῦντες τὸ «ὑπερφυὲς θαῦμα», ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο λίγους αἰῶνες ἀργότερα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θὰ ὀνομάσει «Μητρόπολιν τῶν ἑορτῶν». Ἴσως οἱ ποιμένες μὲ τὴ μελωδία τους ἐκείνη, ἀκολουθοῦσαν τὰ «ἄρρητα ρήματα», τὰ ὁποῖα χρησιμοποιοῦνται ἀπὸ τὴν ἀγγελικὴ χορωδία γιὰ τὴν ἀνύμνηση τοῦ Θεοῦ. Αὐτὰ τὰ ἄρρητα ρήματα ἀποτυπώνονται ἢ καλλίτερα «σημαίνονται» ἀπὸ τὰ «κρατήματα» ἢ «τεριρὲμ» τῆς μουσικῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας λατρείας.

Ὅπως ἐπεσήμαινε καὶ ὁ ἀείμνηστος Πρωτοψάλτης καὶ διδάσκαλος Λυκοῦργος Ἀγγελόπουλος πρόκειται γιὰ ἔξοχες σελίδες καθαρῆς μουσικῆς μὲ τὶς «ἄσημες»(=χωρὶς σημαινόμενον) ἀκατανόητες συλλαβὲς «τεριρὲμ» καὶ «τενενά», οἱ ὁποῖες «ἐπιστρατεύονται» στὸ τέλος τῶν ὑμνογραφικῶν «λόγων» γιὰ νὰ ὑμνήσουν τὸν ὑπέρλογο Θεό. Δὲν ἐπαρκοῦν οἱ λόγοι γιὰ τὴν ἐξύμνηση τοῦ ὑπέρλογου Θεοῦ καὶ ἔτσι οἱ ψάλτες σήμερα ὡς «ποιμένες ἀγραυλοῦντες», ἐξακολουθοῦν τὴν ὑμνολογία μὲ ἀπόλυτη μουσικὴ καὶ μὲ «ἄρρητα ρήματα» μιμούμενοι τὴν ἀγγελικὴ ψαλμωδία.      

Ὁ Χριστός μας λάμβανε μέρος στὴ Συναγωγὴ καὶ σίγουρα ἀπήγγειλε ἀπὸ τὰ βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅπως μαρτυρεῖται στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια ἀλλὰ καὶ ἐκήρυττε μέσα σ᾿ αὐτή. Ἀφετέρου δέ, ἡ γνώση τῶν Ψαλμῶν τοῦ Δαβίδ καὶ ἡ χρήση τους στὴ Συναγωγὴ κατὰ τὴ λατρεία εἶναι δεδομένη καὶ γι᾿ αὐτὸ εὔκολα ἀντιλαμβάνεται κάποιος τὶ σημαίνει: «Καὶ ὑμνήσαντες ἐξῆλθον» μετὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ κατὰ τοὺς πρώτους ἀποστολικοὺς χρόνους ὅπου ἡ ψαλμώδηση κατὰ τὴ θεία λατρεία μὲ τὴ χρήση τοῦ Ψαλτηρίου εἶναι δεδομένη. Ἡ χορωδιακὴ ἀπόδοση τῶν ὕμνων ἀπὸ τὴν πρώτη Ἐκκλησία εἶναι σαφὲς ὅτι ἀκολουθεῖ τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν μαθητῶν του.

Ἡ ἐξέλιξη τῆς Ὑμνογραφίας μὲ τὴ σύνθεση νέων ὕμνων καὶ στὴ συνέχεια ἡ διαμόρφωση τῶν ὑμνογραφικῶν εἰδῶν τοῦ Κοντακίου καὶ ἀργότερα τοῦ Κανόνος συνοδεύτηκε ἀπὸ τὴν παράλληλη διαμόρφωση καὶ ἐξέλιξη τῆς μουσικῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας, ἡ ὁποία κλήθηκε νὰ ἀκολουθήσει τὴ διεύρυνση καὶ τὸν ἐμπλουτισμὸ τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν.

Μιὰ καλλιέργεια αἰώνων ὅμως, τῆς ὁποίας θὰ ἀνέμενε κάποιος τὴν ἐξαφάνιση καὶ καταστροφὴ μετὰ τὴν Ἄλωση τῆς Βασιλίδος τῶν πόλεων. Οὔτε καὶ τότε ὅμως συνέβη αὐτό, ἀλλὰ ἀντίθετα ἀκόμη καὶ μέσα στοὺς σκοτεινοὺς αὐτοὺς χρόνους ὅπου ὅλα «τὰ ᾿σκιαζε ἡ φοβέρα καὶ τὰ πλάκων᾿ ἡ σκλαβιά», ἡ μουσικὴ αὐτὴ ἐξακολούθησε νὰ ἐξελίσσεται ὡς τέχνη μὲ νεότερες συνθέσεις ἀπαράμιλλου κάλους, ἀλλὰ καὶ ὡς σημειογραφία, τῆς ὁποίας ἡ δημιουργία, ἡ καλλιέργεια, ἡ ἐξέλιξη, ἡ διάσωση καὶ ἡ τελική της διαμόρφωση ἀποτελεῖ παγκόσμια πρωτοτυπία ποὺ διαφοροποιεῖ τὴν ἱερὴ αὐτὴ μουσικὴ ἀπὸ ὁ,τιδήποτε ἄλλο καὶ σὲ αὐτὸν τὸν τομέα.

Εἶναι βέβαια πολὺ μεγάλη ἡ συμβολὴ στὴ διάσωση τῶν ἀριστουργημάτων αὐτῶν τῶν ἱερῶν μονῶν, στὶς βιβλιοθῆκες τῶν ὁποίων φυλάσσονταν ὡς ἱερὰ παρακαταθήκη ὅλα τὰ χειρόγραφα ἐκείνων τῶν χρόνων τῆς αὐτοκρατορίας, ἀλλὰ συνάμα συνετηρεῖτο ἡ ψαλτικὴ Τέχνη ἀπὸ τὴ χορεία τῶν καλλικέλαδων μοναχῶν. Τὸ Ἅγιον Ὄρος συντήρησε, καλλιέργησε ἀλλὰ καὶ ἐξέλιξε τὴ μουσική μας μὲ τὴ συνθετικὴ παραγωγὴ τῶν μοναχῶν του, ἀλλὰ καὶ διατήρησε τὴν ὑψηλὴ αἰσθητικὴ στὴν ἑρμηνεία της, ἀποτελῶντας φυτώριο τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης, σὲ τέτοιο μάλιστα βαθμὸ ποὺ σύμφωνα μὲ μαρτυρίες Ἱστορικῶν τῆς μουσικῆς, ἀποστέλλονταν Πατριαρχικοὶ ψάλτες γιὰ νὰ μαθητεύσουν στὸ Ἅγιον Ὄρος.  

Ἀργότερα, ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδας ἀπὸ τοὺς ὀθωμανοὺς κατακτητὲς δημιούργησε τὶς προϋποθέσεις γιὰ τὴν ἴδρυση σχολῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια ἤδη τῆς ἀνεξαρτησίας μὲ συγκεκριμένα μάλιστα νομοθετήματα. Οἱ ὁδηγίες τῆς Ἐκκλησίας γιὰ σύσταση χοροῦ ψαλτῶν καὶ παράλληλα ὁ καθορισμὸς τῶν ψαλτέων μαθημάτων μὲ παράλληλη διασφάλιση τοῦ ὀρθοῦ τρόπου «ψάλλειν» δημιουργεῖ μία ἄνθηση τῆς Μουσικῆς μας στὸν Ἑλλαδικὸ χῶρο.

Στὸν 20ο αἰώνα παρατηροῦνται πολλὲς καὶ ἀξιόλογες προσπάθειες δημιουργίας χορωδιῶν καὶ ἀρκετοὶ μουσικολογιώτατοι χοράρχες προσφέρουν στὴν ἀνάδειξη τοῦ κάλλους τῆς χορωδιακῆς ἀπόδοσης τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων. Ὅλες κάτι καλὸ ἔχουν νὰ ἐπιδείξουν καὶ ὅλες κάτι μοναδικὸ ποὺ τὶς διακρίνει ἀνάμεσα στὶς ἄλλες. Ἕνας κῆπος μὲ πολλὰ καὶ διαφορετικὰ ἄνθη, ὅπου οἱ πιστοὶ ἀγάλλονται καὶ τέρπονται ἀπὸ τὶς ὑπέροχες μελωδίες τῶν αἰώνων. Ὁρισμένες ὅμως χορωδίες διαμορφώνουν ἕνα διαφορετικὸ τρόπο ἑρμηνείας, ὁ ὁποῖος εἶχε ὑποπέσει στὴ λήθη ἐξαιτίας τῶν ἀντίξοων συνθηκῶν.

Ὁ Ἄρχων πρωτοψάλτης, χοράρχης καὶ διδάσκαλος τῆς Μουσικῆς μας, Λυκοῦργος Ἀγγελόπουλος μὲ τὴν Ἑλληνικὴ Βυζαντινὴ Χορωδία του διαμόρφωσε ἕναν διαφορετικὸ τρόπο τόσο στὴ σύσταση καὶ συγκρότηση τοῦ Χοροῦ ὅσο καὶ ὡς πρὸς τὴν ἐπιλογὴ τῶν ψαλτέων μαθημάτων. Τόσο ἡ Χορωδία του ὅσο καὶ ἡ Ψαλτική του στὸ ἱερὸ ἀναλόγιο τοῦ ἱστορικοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης στὴν ὁδὸ Αἰόλου, ἀποτέλεσαν ἕνα φυτώριο γιὰ νέους μαθητευόμενους ψάλτες, ἀλλὰ κυρίως μὲ τὴ διδασκαλία του διαμόρφωσε ἕναν τρόπο σκέψης στοὺς νεαροὺς μαθητές του: ἡ «στροφὴ» πρὸς τὴ μελέτη καὶ ἑρμηνεία τῶν μελουργῶν καὶ μελουργημάτων τῆς πρώτης μεταβυζαντινῆς ἐποχῆς καὶ ἀκόμη παλαιότερων δηλαδὴ τῆς πρὸ τῆς Ἄλωσης ἐποχῆς. Αὐτὸ ἔχει μία ἰδιαίτερη ἀξία τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, κατὰ τὴν ὁποία ἀποτελοῦσαν «μόδα» καὶ μονοπωλοῦσαν τὸ ἐνδιαφέρον τῶν χορωδιῶν (ὄχι ὅλων, εὐτυχῶς) οἱ συνθέσεις τῶν ἀξιόλογων κατὰ τὰ ἄλλα μουσικῶν τοῦ 20ου αἰ., ἐνῶ ἀκούγονταν ὁλοένα λιγότερο οἱ κλασικὲς συνθέσεις προηγούμενων αἰώνων.  

Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ μουσικὸ φυτώριο καλλιεργήθηκε καὶ διαμορφώθηκε ὁ ἀγαπητὸς Πρωτοψάλτης, διδάσκαλος καὶ χοράρχης κ. Κωνσταντῖνος Ἀγγελίδης. Μετὰ τὴν πολυετὴ φοίτηση στὸν Δασκαλό του Λυκοῦργο Ἀγγελόπουλο καὶ τὴν πολυετὴ συμμετοχή του στὴν ἐν λόγῳ χορωδία του μὲ «οὐκ εὐάριθμες» πλέον συναυλίες καὶ ἱερὲς Ἀκολουθίες ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδας, ἀκολουθῶντας τὴν παρακαταθήκη τοῦ δασκάλου του, δηλαδὴ τῆς ἀόκνου μελέτης καὶ ἐντρυφήσεως στὰ παλαιὰ μέλη τῶν συνθετῶν τῶν ἐποχῶν ἐκείνων, διοργάνωσε ἕναν πρότυπο Χορό, τὸν «Τρόπο» πρὶν ἀπὸ δεκαπέντε χρόνια.

Ξεκίνησε «τὸ ταξίδι του» μὲ φίλους, μαθητές, συνεργάτες καὶ προσέλκυσε τοὺς «ἀγαπῶντες τὴν ἀλήθειαν». Ἡ συνέπεια καὶ ἡ σκληρὴ δουλειά του ἀποτέλεσε «ἐγγύηση» γιὰ τοὺς πολυάριθμους φορεῖς, ἐκκλησιαστικοὺς ἀλλὰ καὶ κοσμικούς/πολιτιστικούς, οἱ ὁποῖοι τὸν καλοῦσαν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ τὸν καλοῦν γιὰ νὰ λαμπρύνει τὶς ἐκδηλώσεις τους μὲ τὸν δικό του «Τρόπο» καὶ τὴ δική του μουσικὴ συμβολή. Ἔτυχε μέχρι σήμερα τῆς ἐμπιστοσύνης καὶ ὑποστήριξης πολλῶν φορέων τοῦ Πολιτισμοῦ, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἀνέθεταν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ τοῦ ἀναθέτουν τὴ μελέτη γιὰ τὴν ἀνάδειξη ὅλων ἐκείνων τῶν ἀποτεθησαυρισμένων στὸ Ἅγιον Ὄρος (καὶ ὄχι μόνο) ἔργων σπουδαίων ἀλλὰ συνάμα λησμονημένων καὶ σὲ πολλοὺς ἄγνωστων, μελουργῶν. Ἔχει ἐμφανιστεῖ σὲ πολλοὺς συναυλιακοὺς χώρους ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδας καὶ ἔχει συμπράξει σημειώνοντας τεράστια ἐπιτυχία, μὲ διεθνοῦς φήμης μουσικούς, τολμῶντας μάλιστα πρωτοποριακὲς συναυλίες καὶ μουσικὲς συμπράξεις μὲ ἄλλους εἴδους μουσικές, ἀναδεικνύοντας μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν παγκόσμια ἐμβέλεια καὶ ἀπήχηση τοῦ ἰδιαίτερου καὶ μοναδικοῦ εἴδους τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας μουσικῆς. Ἀξιοσημείωτη ἐκείνη ἡ συναυλία στὸ Ὡδεῖο Ἡρώδου τοῦ Ἀττικοῦ στὰ πλαίσια τοῦ Φεστιβὰλ Ἀθηνῶν καὶ Ἐπιδαύρου τὸν Ἰούλιο τοῦ 2017, ὅπου ἀπολαύσαμε τὴ συνάντηση τῆς Βυζαντινῆς καὶ τῆς Λόγιας Ὀθωμανικῆς Μουσικῆς. Ὅσοι τὴν παρακολούθησαν, μποροῦν νὰ καταλάβουν τὴ σημασία καὶ τὸ «δίδαγμα» τῆς σύμπραξης αὐτῆς. 

Ὁ ἀγαπητὸς καὶ σεβαστὸς Χοράρχης Κωνσταντῖνος Ἀγγελίδης, ἔφερε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ φέρει εἰς αἴσιον πέρας ὅλες τὶς ἀνατεθεῖσες σ᾿ αὐτὸν μελέτες καὶ ἔρευνες καὶ ἔτσι μᾶς χαρίζει μέχρι σήμερα μία σειρὰ «μαθημάτων» ἄρτια ἠχογραφημένων καὶ ὑποδειγματικὰ ἑρμηνευμένων ἀπὸ τὸν Χορό του, «Τρόπο». Ὁ ἀρχαῖος Κανόνας τῆς Ἐκκλησίας ποὺ συμπυκνώνεται στὸ lex orandi, lex credendi (=ὁ νόμος τῆς πίστεως, εἶναι νόμος/τρόπος τῆς προσευχῆς) πραγματώνεται μὲ τὴν ἀπόδοση τῶν ὕμνων, μία ἀπόδοση ἡ ὁποία δὲν στερεῖ τὴν ἰδιοπροσωπία τῆς ἔκφρασης τῆς χορωδίας, ἀλλὰ διασφαλίζει τὴ μοναδικότητά της μὲ τὸν σεβασμὸ στὴν ἱερὴ παράδοση τῆς μουσικῆς. Μιᾶς μουσικῆς στὴν ὁποία δούλεψαν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι τιμῶνται ἀπὸ τὴν Ἑκκλησία ὡς ἅγιοι πρωτίστως γιὰ τὴ βιωτή τους. Ὁ Φώτης Κόντογλου εἶχε γράψει γιὰ τὴ σύνδεση τῆς μουσικῆς καὶ τῆς ἁγιότητας: Τούτη τὴ μουσικὴ πήραμε ἀπὸ τοὺς εὐλαβεῖς πατέρας μας, μαζὶ μὲ τὴν πίστι μας ἤπιαμε ἀπὸ τὴν ἴδια φλέβα, ποὺ ἤπιανε κι ἐκεῖνοι, καθὼς καί, παλαιότερα, οἱ ἅγιοι.

Ἡ ὑψηλὴ αἰσθητικὴ τῆς ἑρμηνευτικῆς ἀπόδοσης τοῦ «Τρόπου», ὀφείλεται στὸ ἀποκλειστικὰ προσευχητικὸ ὗφος, τὸ ὁποῖο διαπνέει τὶς συνθέσεις καὶ ἀποπνέεται ἀπὸ τὴ Χορωδία. Ἄλλωστε τὸ ὗφος αὐτὸ τῆς Χορωδίας ἀποτελεῖ τὸ ἀπότοκον τῆς συχνῆς ἐπίσκεψής τους στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀλλὰ καὶ τῆς βιωματικῆς «μετοχῆς» στὴ λατρεία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Ὅπως ἔγραψε παλιότερα ὁ Φώτης Κόντογλου: οἱ τέχνες αὐτὲς μορφώθηκαν ἀπὸ ἁγιασμένες καρδιές, ποὺ νοιώθανε βαθειὰ τὸ λειτουργικὸ στοιχεῖο στὸν λόγο καὶ στὴ μουσική. Ἑπομένως ὑπάρχει μία ἀσφαλιστικὴ δικλείδα γιὰ τὴν ἑρμηνεία αὐτῶν τῶν μελωδιῶν, τὴν ὁποία δικλείδα ἀποδεδειγμένα κατέχει κάθε χορωδὸς/μέλος τοῦ «Τρόπου»: ἄδοντες καὶ ψάλλοντες τῇ καρδίᾳ ἡμῶν τῷ Κυρίῳ ὕμνους καὶ ὡδὰς πνευματικάςἐν ἐνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ.

Ἡ σειρὰ τῶν ἠχογραφήσεων, ἡ ὁποία πολὺ εὔστοχα καλεῖται «Σπουδή», περιλαμβάνει ὅλα τὰ εἴδη τῆς βυζαντινῆς μελοποιίας, Παπαδική, Στιχεράριον (παλαιὸ καὶ νέο), Εἱρμολόγιο, Κοντακάριο, Κρατηματάριο, Καλοφωνικὸ Εἱρμολόγιο κ.ἄ. σὲ ὅλες τὶς ἐποχὲς τῆς καλλιέργειας τῆς μουσικῆς μας, ἀπὸ τὰ ἀρχαιότερα χρόνια μέχρι ἐκεῖνα τῶν νεοτέρων διδασκάλων. Ὅμως εἶναι σημαντικὴ καὶ σπουδαία καὶ γιὰ ἕναν ἀκόμη λόγο: διότι σώζει ὑμνογραφήματα ἄλλων ἐποχῶν συμβάλοντας ἔτσι στὴν ἀνάδειξη καὶ διατήρησή τους.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁ «Τρόπος» ἔχει συνεχῆ συμμετοχὴ σὲ πλῆθος ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, οἱ ὁποῖες τελοῦνται ὑποδειγματικὰ τόσο ἀπὸ μουσικῆς ὅσο καὶ Τυπικολογικῆς πλευρᾶς. Ὁ ἀριθμὸς τῶν μελῶν/χορωδῶν, ἡ διαίρεση τοῦ χοροῦ σὲ δύο ἡμιχόρεια, ἡ διεύθυνση τοῦ χοροῦ ὅπως καὶ ἡ θέση τοῦ Χοράρχη στὸ μέσον τῆς ἡμικυκλικῆς διάταξης τοῦ χοροῦ καὶ ἡ συμμετοχή του στὴν ψαλμώδηση καὶ ὄχι ὁ περιορισμός του ἀποκλειστικὰ στὴ «διεύθυνση», ἀλλὰ καὶ ἡ χρήση Κανοναρχῶν, ἱσοκρατῶν, ἀναγνωστῶν, Δομεστίκων, Καλοφωνάρηδων καὶ τόσων ἄλλων ρόλων τῶν μελῶν τῆς Χορωδίας, καθιστᾶ τὸν «Τρόπο» Πρότυπο Χορό. Ἄλλωστε ὅλα τὰ προηγούμενα υἱοθετήθηκαν καὶ ἐφαρμόζονται ἀπὸ τὸν Χοράρχη ὡς ἀποτέλεσμα τῶν μελετῶν του στὸ θέμα τῶν Χορῶν τῶν Ψαλτῶν μέσα ἀπὸ τὶς πληροφορίες ποὺ ἀνεκάλυψε στὰ μελετηθέντα χειρόγραφα τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς πρὸ τῆς Ἄλωσης ἐποχῆς. Γι᾿ αὐτὸ ἄλλωστε ἔχει λάβει συγχαρητήρια καὶ ἀπὸ Πανεπιστημιακοὺς Καθηγητές τόσο τῆς Μουσικολογίας (Γρ. Στάθης) ὅσο καὶ τῆς Λειτουργικῆς Θεολογίας (Ἰ. Φουντούλης, π. Γεώργιος Μεταλληνός).

Τὰ μέλη ποὺ ἔρχονται στὸ φῶς τῆς σύγχρονης ἐποχῆς δείχνουν ὅτι ὁ Χορὸς «Τρόπος» συμβάλει στὴ διάσωση καὶ ἀνάδειξη τοῦ βυζαντινοῦ μουσικοῦ πολιτισμοῦ σεβόμενος καὶ διασφαλίζοντας τὴ γνησιότητα τῆς ἑρμηνείας μὲ τὸ προσευχητικό του ὗφος. Τὰ δὲ «μαθήματα» ἀποτελοῦν ἀντικείμενο διδασκαλίας καὶ μελέτης γιὰ τοὺς νεότερους καὶ γι᾿ αὐτὸ εἶμαι βέβαιος ὅτι θὰ ἔχει μία ξεχωριστὴ θέση ἀνάμεσα στὶς ἐκλεκτὲς Χορωδίες τῆς ἐποχῆς αὐτῆς, ἀπὸ τοὺς μελετητὲς καὶ ἐρευνητὲς τῶν ἑπόμενων γενεῶν.            

καὶ ὑμνήσαντες, ἐξῆλθον

Παρασκευὴ 1 Ἰανουαρίου 2021
Ἡ Περιτομὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
καὶ
μνήμη τοῦ ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.

Χρῆστος Π. Πανάγου
Θεολόγος – Λειτουργιολόγος
Μουσικοδιδάσκαλος